« Τι θέλει να πει ο ποιητής ? »

DALI

Κατάσταση:

Εγγραφή: Ιαν 2009

Καταχωρήσεις: 481

Φράσεις, λέξεις, στίχοι που μας έκαναν εντύπωση, που δεν καταλάβαμε, που απλά θέλουμε να μοιραστούμε, αγαπημένες και μη …

DALI


eve
Editor

Κατάσταση:

Εγγραφή: Ιαν 2009

Καταχωρήσεις: 8449

"Μόνο οι ρηχοί άνθρωποι γνωρίζουν τον εαυτό τους."

Oσκαρ Ουάιλντ.

Ε ρε συ Οσκαρ, τώρα μου τα χαλάς, δηλαδή εγώ που κολυμπάω καλά, είμαι καταδικασμένη να πλατσουρίζω στα ρηχά? Big smile

____

"Οι άνθρωποι που δεν συμπαθούν τις γάτες, στην προηγούμενη ζωή τους, μάλλον ήταν ποντίκια"


marooned
Editor

Κατάσταση:

Εγγραφή: Ιαν 2009

Καταχωρήσεις: 9028

“Wait, let me tell you what I think. I think that if the beast who sleeps in man could be held down by threats – any kind of threat, whether of jail or of retribution after death – then the highest emblem of humanity would be the lion tamer in the circus with his whip, not the prophet who sacrificed himself. But don’t you see, this is just the point – what has for centuries raised man above the beast is not the cudgel but an inward music: the irresistible power of unarmed truth, the powerful attraction of its example.”

a young Dr. Zhivago....

____

"...Deep into that darkness peering, long I stood there, wondering, fearing, doubting, dreaming dreams no mortal ever dared to dream before..."


marooned
Editor

Κατάσταση:

Εγγραφή: Ιαν 2009

Καταχωρήσεις: 9028

Άφησε με να ‘ρθω μαζί σου. Τι φεγγάρι απόψε!
Είναι καλό το φεγγάρι, - δε θα φαίνεται
που άσπρισαν τα μαλλιά μου. Το φεγγάρι
θα κάνει πάλι χρυσά τα μαλλιά μου. Δε θα καταλάβεις.
Άφησε με να ‘ρθω μαζί σου.

Όταν έχει φεγγάρι, μεγαλώνουν οι σκιές μες στο σπίτι,
αόρατα χέρια τραβούν τις κουρτίνες,
ένα δάχτυλο αχνό γράφει στη σκόνη του πιάνου
λησμονημένα λόγια - δε θέλω να τ' ακούσω. Σώπα.

Άφησε με να ‘ρθω μαζί σου
λίγο πιο κάτου, ως τη μάντρα του τουβλάδικου,
ως εκεί που στρίβει ο δρόμος και φαίνεται
η πολιτεία τσιμεντένια κι αέρινη, ασβεστωμένη με φεγγαρόφωτο,
τόσο αδιάφορη κι αϋλη,
τόσο θετική σαν μεταφυσική
που μπορείς επιτέλους να πιστέψεις πως υπάρχεις και δεν υπάρχεις
πως ποτέ δεν υπήρξες, δεν υπήρξε ο χρόνος κ' η φθορά του.
Άφησε με να ‘ρθω μαζί σου.

Θα καθίσουμε λίγο στο πεζούλι, πάνω στο ύψωμα,
κι όπως θα μας φυσάει ο ανοιξιάτικος αέρας
μπορεί να φαντάζουμε κιόλας πως θα πετάξουμε,
γιατί, πολλές φορές, και τώρα ακόμη, ακούω το θόρυβο του φουστανιού μου,
σαν το θόρυβο δυο δυνατών φτερών που ανοιγοκλείνουν,
κι όταν κλείνεσαι μέσα σ' αυτόν τον ήχο του πετάγματος
νιώθεις κρουστό το λαιμό σου, τα πλευρά σου, τη σάρκα σου,
κι έτσι σφιγμένος μες στους μυώνες του γαλάζιου αγέρα,
μέσα στα ρωμαλέα νεύρα του ύψους,
δεν έχει σημασία αν φεύγεις ή αν γυρίζεις
ούτε έχει σημασία που άσπρισαν τα μαλλιά μου,
(δεν είναι τούτο η λύπη μου - η λύπη μου είναι που δεν ασπρίζει κ' η καρδιά μου).
Άφησε με να ‘ρθω μαζί σου.

Το ξέρω πως καθένας μοναχός πορεύεται στον έρωτα,
μοναχός στη δόξα και στο θάνατο.
Το ξέρω. Το δοκίμασα. Δεν ωφελεί.
Άφησε με να ‘ρθω μαζί σου.

Τούτο το σπίτι στοίχειωσε, με διώχνει –
θέλω να πω έχει παλιώσει πολύ, τα καρφιά ξεκολλάνε,
τα κάδρα ρίχνονται σε να βουτάνε στο κενό,
οι σουβάδες πέφτουν αθόρυβα
όπως πέφτει το καπέλο του πεθαμένου
απ’ την κρεμάστρα στο σκοτεινό διάδρομο
όπως πέφτει το μάλλινο τριμμένο γάντι της σιωπής απ’ τα γόνατά της
ή όπως πέφτει μια λουρίδα φεγγάρι στην παλιά, ξεκοιλιασμένη πολυθρόνα.

Κάποτε υπήρξε νέα κι αυτή, - όχι η φωτογραφία που κοιτάς με τόση δυσπιστία –
λέω για την πολυθρόνα, τόσο αναπαυτική,
μπορούσες ώρες ολόκληρες να κάθεσαι
και με κλεισμένα μάτια να ονειρεύεσαι ό,τι τύχει
- μιαν αμμουδιά στρωτή, νοτισμένη, στιλβωμένη από φεγγάρι,
πιο στιλβωμένη απ’ τα παλιά λουστρίνια μου που κάθε μήνα τα
δίνω στο στιλβωτήριο της γωνιάς,
ή ένα πανί ψαρόβαρκας που χάνεται στο βάθος
λικνισμένο απ’ την ίδια του ανάσα,
τριγωνικό πανί σα μαντίλι διπλωμένο λοξά μόνο στα δυο
σα να μην είχε τίποτα να κλείσει
ή να κρατήσει ή ν’ ανεμίσει διάπλατο σε αποχαιρετισμό. Πάντα μου
είχα μανία με τα μαντίλια,
όχι για να κρατήσω τίποτα δεμένο,
τίποτα σπόρους λουλουδιών ή χαμομήλι μαζεμένο στους αγρούς
με το λιόγερμα
ή να το δέσω τέσσερις κόμπους σαν το σκουφί που φοράνε
οι εργάτες στο αντικρινό γιαπί
ή να σκουπίσω τα μάτια μου, - διατήρησα καλή την όρασή μου
ποτέ μου δεν φόρεσα γυαλιά. Μια απλή ιδιοτροπία τα μαντίλια.

Τώρα τα διπλώνω στα τέσσερα, στα οχτώ, στα δεκάξι
ν’ απασχολώ τα δάχτυλα μου. και τώρα θυμήθηκα
πως έτσι μετρούσα τη μουσική σαν πήγαινα στο Ωδείο
με μπλε ποδιά κι άσπρο γιακά, με δυο ξανθές πλεξούδες
- 8, 16, 32, 64 -
κρατημένη απ’ το χέρι μιας μικρής φίλης μου ροδακινιάς
όλο φως και ροζ λουλούδια,
(συγχώρεσέ μου αυτά τα λόγια – κακή συνήθεια) – 32, 64 -
κ’ οι δικοί μου στήριζαν
μεγάλες ελπίδες στο μουσικό μου τάλαντο.
Λοιπόν, σου ‘λεγα για την πολυθρόνα –
ξεκοιλιασμένη – φαίνονται οι σκουριασμένες σούστες, τα άχερα –
έλεγα να την πάω δίπλα στο επιπλοποιείο,
μα που καιρός και λεφτά και διάθεση – τι να πρωτοδιορθώσεις; -
έλεγα να ρίξω ένα σεντόνι πάνω της, - φοβήθηκα
τα’ άσπρο σεντόνι σε τέτοιο φεγγαρόφωτο. εδώ κάθισαν
άνθρωποι που ονειρεύθηκαν μεγάλα όνειρα,
όπως κι εσύ κι όπως κι εγώ άλλωστε,
και τώρα ξεκουράζονται κάτω απ’ το χώμα
δίχως να ενοχλούνται απ’ τη βροχή ή το φεγγάρι.
Άφησε με να ‘ρθω μαζί σου.

Θα σταθούμε λιγάκι στην κορφή της μαρμάρινης σκάλας τ’ Αι Νικόλα,
ύστερα εσύ θα κατηφορίσεις κι εγώ θα γυρίσω πίσω
έχοντας στ’ αριστερό πλευρό μου τη ζέστα
απ’ το τυχαίο άγγιγμα του σακακιού σου
κι ακόμη μερικά τετράγωνα φώτα από μικρά συνοικιακά παράθυρα
κι αυτή την πάλλευκη άχνα απ’ το φεγγάρι
που ‘ναι σα μια μεγάλη συνοδεία ασημένιων κύκνων –
και δε φοβάμαι αυτή την έκφραση, γιατί εγώ
πολλές ανοιξιάτικες νύχτες συνομίλησα άλλοτε με το Θεό που μου εμφανίστηκε
ντυμένος την αχλύ και τη δόξα ενός τέτοιου σεληνόφωτος,
πυρπολημένη απ’ τα’ αδηφάγα μάτια των αντρών
κι απ’ τη δισταχτικήν έκσταση των εφήβων,
πολιορκημένη από εξαίσια, ηλιοκαμένα σώματα,
άλκιμα μέλη γυμνασμένα στο κολύμπι, στο κουπί, στο στίβο,
στο ποδόσφαιρο (που έκανα πως δεν τα ‘βλεπα)
μέτωπα, χείλη και λαιμοί, γόνατα, δάχτυλα και μάτια,
στέρνα και μπράτσα και μηροί (κι αλήθεια δεν τα ‘βλεπα)
- ξέρεις, καμιά φορά, θαυμάζοντας, ξεχνάς ό,τι θαυμάζεις,
σου φθάνει ο θαυμασμός σου, -
θέ μου, τι μάτια πάναστρα, κι ανυψωνόμουν
σε μιαν αποθέωση αρνημένων άστρων
γιατί, έτσι πολιορκημένη απ’ έξω κι από μέσα,
άλλος δε μου ‘μενε παρά μονάχα προς τα πάνω ή προς τα κάτω. –
Όχι, δε φτάνει.
Άφησε με να ‘ρθω μαζί σου.

Το ξέρω η ώρα είναι πια περασμένη. Άφησέ με,
γιατί τόσα χρόνια, μέρες και νύχτες και πορφυρά μεσημέρια, έμεινα μόνη
ανένδοτη, μόνη και πάναγνη,
ακόμη στη συζυγική μου κλίνη πάναγνη και μόνη,
γράφοντας ένδοξους στίχους στα γόνατα του Θεού,
στίχους που, σε διαβεβαιώ, θα μείνουνε σα λαξευμένοι σε άμεμπτο μάρμαρο
πέρα απ’ τη ζωή μου και τη ζωή σου, πέρα πολύ. δε φτάνει.
Άφησε με να ‘ρθω μαζί σου.

Τούτο το σπίτι δε με σηκώνει πια.
Δεν αντέχω να το σηκώνω στη ράχη μου.
Πρέπει πάντα να προσέχεις,
να στεριώνεις τον τοίχο με το μεγάλο μπουφέ
να στεριώνεις τον μπουφέ με το πανάρχαιο σκαλιστό τραπέζι
να στεριώνεις το τραπέζι με τις καρέκλες
να στεριώνεις τις καρέκλες με τα χέρια σου
να βάζεις τον ώμο σου κάτω απ’ το δοκάρι που κρέμασε.
Και το πιάνο, σα μαύρο φέρετρο κλεισμένο. Δεν τολμάς να τ’ ανοίξεις.
Όλο να προσέχεις, να προσέχεις, μην πέσουν, μην πέσεις. Δεν αντέχω.
Άφησε με να ‘ρθω μαζί σου.

Τούτο το σπίτι, παρ’ όλους τους νεκρούς του, δεν εννοεί να πεθάνει.
Επιμένει να ζει με τους νεκρούς του
να απ’ τους νεκρούς του
να ζει απ’ τη βεβαιότητα του θανάτου του
και να νοικοκυρεύει ακόμη τους νεκρούς του σ’ ετοιμόρροπα κρεβάτια και ράφια.
Άφησε με να ‘ρθω μαζί σου.

Εδώ, όσο σιγά κι αν περπατήσω μες την άχνα της βραδιάς,
είτε με τις παντούφλες, είτε ξυπόλητη,
κάτι θα τρίξει, - ένα τζάμι ραγίζει ή κάποιος καθρέφτης,
κάποια βήματα ακούγονται, - δεν είναι δικά μου.
Έξω, στο δρόμο μπορεί να μην ακούγονται τούτα τα βήματα, -
ή μεταμέλεια, λένε, φοράει ξυλοπάπουτσα, -
κι αν κάνεις αν κοιτάξεις σ’ αυτόν ή στον άλλον καθρέφτη,
πίσω απ’ τη σκόνη και τις ραγισματιές,
διακρίνεις πιο θαμπό και πιο τεμαχισμένο το πρόσωπό σου,
το πρόσωπο σου που άλλο δε ζήτησες στη ζωή
παρά να το κρατήσεις καθάριο κι αδιαίρετο.
Τα χείλη του ποτηριού γυαλίζουν στο φεγγαρόφωτο
σαν κυκλικό ξυράφι – πώς να το φέρω στα χείλη μου;
όσο κι αν διψώ, - πώς να το φέρω; - Βλέπεις;
έχω ακόμη διάθεση για παρομοιώσεις, - αυτό μου απόμεινε,
αυτό με διαβεβαιώνει ακόμη πως δε λείπω.
Άφησε με να ‘ρθω μαζί σου.

Φορές-φορές, την ώρα πού βραδιάζει, έχω την αίσθηση
πως έξω άπ’ τα παράθυρα περνάει ο αρκουδιάρης
με την γριά βαριά του αρκούδα
με το μαλλί της όλο αγκάθια και τριβόλια
σηκώνοντας σκόνη στο συνοικιακό δρόμο
ένα ερημικό σύννεφο σκόνη που θυμιάζει το σούρουπο
και τα παιδιά έχουν γυρίσει σπίτια τους για το δείπνο
και δεν τ' αφήνουν πια να βγουν έξω
μ' όλο πού πίσω απ' τούς τοίχους
μαντεύουν το περπάτημα της γριάς αρκούδας –
κ' η αρκούδα κουρασμένη πορεύεται μες στη σοφία της μοναξιάς της,
μην ξέροντας για που και γιατί –
έχει βαρύνει, δεν μπορεί πια να χορεύει στα πισινά της πόδια
δεν μπορεί να φοράει τη δαντελένια σκουφίτσα της
να διασκεδάζει τα παιδιά, τούς αργόσχολους τους απαιτητικούς
και το μόνο που θέλει είναι να πλαγιάσει στο χώμα
αφήνοντας να την πατάνε στην κοιλιά, παίζοντας έτσι το τελευταίο παιχνίδι της, δείχνοντας την τρομερή της δύναμη για παραίτηση,
την ανυπακοή της στα συμφέροντα των άλλων,
στους κρίκους των χειλιών της, στην ανάγκη των δοντιών της,
την ανυπακοή της στον πόνο και στη ζωή
με τη σίγουρη συμμαχία του θανάτου - έστω κ' ενός αργού θανάτου-
την τελική της ανυπακοή στο θάνατο με τη συνέχεια και τη γνώση της ζωής
που ανηφοράει με γνώση και με πράξη πάνω απ' τη σκλαβιά της.

Μα ποιος μπορεί να παίξει ως το τέλος αυτό το παιχνίδι;
Κ' η αρκούδα σηκώνεται πάλι και πορεύεται
υπακούοντας στο λουρί της, στους κρίκους της, στα δόντια της,
χαμογελώντας με τα σκισμένα χείλια της στις πενταροδεκάρες
που τις ρίχνουνε τα ωραία και ανυποψίαστα παιδιά
(ωραία ακριβώς γιατί είναι ανυποψίαστα)
και λέγοντας ευχαριστώ. Γιατί οι αρκούδες που γεράσανε
το μόνο που έμαθαν να λένε είναι: ευχαριστώ , ευχαριστώ.
Άφησε με να ‘ρθω μαζί σου.

Τούτο το σπίτι με πνίγει. Μάλιστα η κουζίνα
είναι σαν το βυθό της θάλασσας. Τα μπρίκια κρεμασμένα γυαλίζουν
σα στρόγγυλα, μεγάλα μάτια πίθανων ψαριών,
τα πιάτα σαλεύουν αργά σαν τις μέδουσες,
φύκια και όστρακα πιάνονται στα μαλλιά μου
– δεν μπορώ να τα ξεκολλήσω ύστερα,
δεν μπορώ ν’ ανέβω πάλι στην επιφάνεια –
ο δίσκος μου πέφτει απ’ τα χέρια άηχος, - σωριάζομαι
και βλέπω τις φυσαλίδες απ’ την ανάσα μου ν’ ανεβαίνουν, ν’ ανεβαίνουν
και προσπαθώ να διασκεδάσω κοιτάζοντας τες
κι αναρωτιέμαι τι θα λέει αν κάποιος βρίσκεται από πάνω και βλέπει αυτές τις φυσαλίδες,
τάχα πως πνίγεται κάποιος ή πως ένας δύτης ανιχνεύει τους βυθούς;

Κι αλήθεια δεν είναι λίγες οι φορές που ανακαλύπτω εκεί,
στο βάθος του πνιγμού,
κοράλλια και μαργαριτάρια και θησαυρούς ναυαγισμένων πλοίων,
απρόοπτες συναντήσεις, και χτεσινά και σημερινά και μελλούμενα,
μιαν επαλήθευση σχεδόν αιωνιότητας,
κάποιο ξανάσασμα, κάποιο χαμόγελο αθανασίας, όπως λένε,
μιαν ευτυχία, μια μέθη, κι ενθουσιασμόν ακόμη,
κοράλλια και μαργαριτάρια και ζαφείρια
μονάχα που δεν ξέρω να τα δώσω – όχι, τα δίνω
μονάχα που δεν ξέρω αν μπορούν να τα πάρουν – πάντως εγώ τα δίνω.
Άφησε με να ‘ρθω μαζί σου.

Μια στιγμή, να πάρω τη ζακέτα μου.
Τούτο τον άστατο καιρό, όσο να ‘ναι, πρέπει να φυλαγόμαστε.
Έχει υγρασία τα βράδια, και το φεγγάρι
δε σου φαίνεται, αλήθεια, πως επιτείνει την ψύχρα;

Άσε να σου κουμπώσω το πουκάμισο – τι δυνατό το στήθος σου,
τι δυνατό φεγγάρι, - η πολυθρόνα, λέω
– κι όταν σηκώνω το φλιτζάνι απ’ το τραπέζι
μένει από κάτω μια τρύπα σιωπή, βάζω αμέσως την παλάμη μου επάνω
να μην κοιτάξω μέσα, - αφήνω πάλι το φλιτζάνι στη θέση του
και το φεγγάρι μια τρύπα στο κρανίο του κόσμου – μην κοιτάξεις μέσα,
είναι μια δύναμη μαγνητική που σε τραβάει – μην κοιτάξεις, μην κοιτάχτε,
ακούστε που σας μιλάω – θα πέσετε μέσα. Τούτος ο ίλιγγος
ωραίος, ανάλαφρος – θα πέσεις, -
ένα μαρμάρινο πηγάδι το φεγγάρι,
ίσκιοι σαλεύουν και βουβά φτερά, μυστηριακές φωνές – δεν τις ακούτε;

Βαθύ βαθύ το πέσιμο,
βαθύ βαθύ το ανέβασμα,
το αέρινο άγαλμα κρουστό μες στ’ ανοιχτά φτερά του,
βαθιά βαθιά η αμείλικτη ευεργεσία της σιωπής, -
τρέμουσες φωταψίες της άλλης όχθης,
όπως ταλαντεύεσαι μες στο ίδιο σου το κύμα,
ανάσα ωκεανού. Ωραίος ανάλαφρος
ο ίλιγγος τούτος, - πρόσεξε, θα πέσεις. Μην κοιτάς εμένα,
εμένα η θέση μου είναι το ταλάντευμα – ο εξαίσιος ίλιγγος.
Έτσι κάθε απόβραδο
έχω λιγάκι πονοκέφαλο, κάτι ζαλάδες.

Συχνά πετάγομαι στο φαρμακείο απέναντι για καμιάν ασπιρίνη
άλλοτε πάλι βαριέμαι και μένω με τον πονοκέφαλό μου
ν' ακούω μες στους τοίχους τον κούφιο θόρυβο
πού κάνουν οι σωλήνες του νερού,
ή ψήνω έναν καφέ, και, πάντα αφηρημένη,
ξεχνιέμαι κ' ετοιμάζω δυο - ποιος να τον πιει τον άλλον; -
αστείο αλήθεια, τον αφήνω στο περβάζι να κρυώνει
ή κάποτε πίνω και τον δεύτερο, κοιτάζοντας
απ' το παράθυρο τον πράσινο γλόμπο του φαρμακείου
σαν το πράσινο φως ενός αθόρυβου τραίνου που έρχεται να με πάρει
με τα μαντίλια μου, τα σταβοπατημένα μου παπούτσια,
τη μαύρη τσάντα μου, τα ποιήματά μου,
χωρίς καθόλου βαλίτσες - τι να τις κάνεις; -
Άφησε με να ‘ρθω μαζί σου.

«Α, φεύγεις; Καληνύχτα.» Όχι, δε θα ‘ρθω. Καληνύχτα.
Εγώ θα βγω σε λίγο. Ευχαριστώ. Γιατί επιτέλους, πρέπει
να βγω απ' αυτό το τσακισμένο σπίτι.
Πρέπει να δω λιγάκι πολιτεία, - όχι, όχι το φεγγάρι –
την πολιτεία με τα ροζιασμένα χέρια της, την πολιτεία του μεροκάματου,
την πολιτεία που ορκίζεται στο ψωμί και στη γροθιά της
την πολιτεία που όλους μας αντέχει στην ράχη της
με τις μικρότητές μας, τις κακίες, τις έχτρες μας,
με τις φιλοδοξίες, την άγνοια μας και τα γερατειά μας,-
ν' ακούσω τα μεγάλα βήματα της πολιτείας,
να μην ακούω πια τα βήματά σου
μήτε τα βήματα του Θεού, μήτε και τα δικά μου βήματα. Καληνύχτα.

Μετά "Το Μονόγραμμα" του Ελύτη γνώρισα κι αυτό...Ο ποιητής τα είπε όλα...

Spoiler: Highlight to view
Γιάννης Ρίτσος - H σονάτα του σεληνόφωτος

____

"...Deep into that darkness peering, long I stood there, wondering, fearing, doubting, dreaming dreams no mortal ever dared to dream before..."


eve
Editor

Κατάσταση:

Εγγραφή: Ιαν 2009

Καταχωρήσεις: 8449

"Η σύγχρονη Κοκκινοσκουφίτσα, που έχει ανατραφεί με τον ήχο της διαφήμισης, δεν έχει καμία αντίρρηση να φαγωθεί από τους λύκους".

Μάρσαλ Μακλούαν. Καναδός επικοινωνιολόγος.

Κοιτάξτε κύριε Μακλούαν μου, που είστε και έξυπνος άνθρωπος και δεν θέλω να τα βάζω και πολύ πολύ μαζί σας, εγώ πάντα με τους λύκους είμαι, αυτή ήταν ηλίθια που την έφαγε το λυκόπουλο. Drunk

____

"Οι άνθρωποι που δεν συμπαθούν τις γάτες, στην προηγούμενη ζωή τους, μάλλον ήταν ποντίκια"


eve
Editor

Κατάσταση:

Εγγραφή: Ιαν 2009

Καταχωρήσεις: 8449

"Πάντα φανταζόμουν τον παράδεισο σαν ένα είδος βιβλιοθήκης".

Χόρχε Λουις Μπόρχες. Aργεντινός συγγραφέας.

Κοίτα να δείς που ο καθένας φαντάζεται τον παράδεισο όπως γουστάρει, άλλος (κάποιος καταπιεσμένος χοντρός) σαν ένα ζαχαροπλαστείο, άλλος (στερημένος σεξουαλικά) ως όργιο με ξανθές καλλονές, άλλος (αιώνιος αθλητής) σαν τεράστιο γήπεδο. Τελικά μήπως κρίνουμε κατ'εικόνα και ομοιώση?

Spoiler: Highlight to view
εγώ είμαι σαν τον Αρκά, όταν ψοφολογήσω, θα φορώ τα καλά μου και δεν θα έχω πουθενά να πάω. Laughing out loud Laughing out loud

____

"Οι άνθρωποι που δεν συμπαθούν τις γάτες, στην προηγούμενη ζωή τους, μάλλον ήταν ποντίκια"


marooned
Editor

Κατάσταση:

Εγγραφή: Ιαν 2009

Καταχωρήσεις: 9028

"Ξέρω πολύ καλά από τι τρέχω να ξεφύγω, αλλά δεν ξέρω τι ψάχνω να βρω."

Michel de Montaigne

____

"...Deep into that darkness peering, long I stood there, wondering, fearing, doubting, dreaming dreams no mortal ever dared to dream before..."


eve
Editor

Κατάσταση:

Εγγραφή: Ιαν 2009

Καταχωρήσεις: 8449

"Συγχαρητήρια για τις καταπληκτικές και υπέροχες μαλακίες που κάνατε» είπα στον προκάτοχό μου υπουργό, και υποσχέθηκα να συνεχίσω το έργο του".

Aλτάν. Ο μέγας σκιτσογράφος. Love

αφιερωμένο στην νεα κυβερνησούλα μας. Davie

____

"Οι άνθρωποι που δεν συμπαθούν τις γάτες, στην προηγούμενη ζωή τους, μάλλον ήταν ποντίκια"


marooned
Editor

Κατάσταση:

Εγγραφή: Ιαν 2009

Καταχωρήσεις: 9028

Σκέψη και, ξανά, σκέψη. Επανεξέταση σημαίνει εξασφάλιση, ιδίως όταν το πλεονέκτημα δεν είναι προφανές.

Baltasar Gracian, 1601-1658, Ισπανός συγγραφέας

____

"...Deep into that darkness peering, long I stood there, wondering, fearing, doubting, dreaming dreams no mortal ever dared to dream before..."


DEATH

Κατάσταση:

Εγγραφή: Ιαν 2009

Καταχωρήσεις: 2219

"Σημασία έχει να παραμένεις άνθρωπος, όχι ζωντανός"

George Orwell

____


Καλύτερα η ουτοπία παρα η μουγκoπία


marooned
Editor

Κατάσταση:

Εγγραφή: Ιαν 2009

Καταχωρήσεις: 9028

DEATH wrote:
"Σημασία έχει να παραμένεις άνθρωπος, όχι ζωντανός"

George Orwell

true...

____

"...Deep into that darkness peering, long I stood there, wondering, fearing, doubting, dreaming dreams no mortal ever dared to dream before..."


marooned
Editor

Κατάσταση:

Εγγραφή: Ιαν 2009

Καταχωρήσεις: 9028

"Όσο δεν έχεις αγαπηθεί,τόσο αγαπάς"

Αντόνιο Πόρτσια

____

"...Deep into that darkness peering, long I stood there, wondering, fearing, doubting, dreaming dreams no mortal ever dared to dream before..."


eve
Editor

Κατάσταση:

Εγγραφή: Ιαν 2009

Καταχωρήσεις: 8449

marooned wrote:
"Όσο δεν έχεις αγαπηθεί,τόσο αγαπάς"

Αντόνιο Πόρτσια

Φίλε Αντώνη, σκούζι κιόλας για το θάρρος, αλλά μάλλον κάποιο λάθος κάνεις. Ωραία ως ποιητική έκφραση, αλλά αν κάποιος δεν έχει αγαπηθεί, πάντα θα γίνεται τσιμπούρι στους άλλους, ζητιανεύοντας να αγαπήσει τον εαυτό του. Κανείς δεν το κατάφερε και ούτε πρόκεται, αλλιώς τόσοι ασυναισθηματικοί και τόσοι δολοφόνοι κατά συρροή δεν θα έκαναν εγκλήματα, αλλά τον κόσμο πιο όμορφο. Davie

____

"Οι άνθρωποι που δεν συμπαθούν τις γάτες, στην προηγούμενη ζωή τους, μάλλον ήταν ποντίκια"


marooned
Editor

Κατάσταση:

Εγγραφή: Ιαν 2009

Καταχωρήσεις: 9028

eve wrote:
marooned wrote:
"Όσο δεν έχεις αγαπηθεί,τόσο αγαπάς"

Αντόνιο Πόρτσια

Φίλε Αντώνη, σκούζι κιόλας για το θάρρος, αλλά μάλλον κάποιο λάθος κάνεις. Ωραία ως ποιητική έκφραση, αλλά αν κάποιος δεν έχει αγαπηθεί, πάντα θα γίνεται τσιμπούρι στους άλλους, ζητιανεύοντας να αγαπήσει τον εαυτό του. Κανείς δεν το κατάφερε και ούτε πρόκεται, αλλιώς τόσοι ασυναισθηματικοί και τόσοι δολοφόνοι κατά συρροή δεν θα έκαναν εγκλήματα, αλλά τον κόσμο πιο όμορφο. Davie

διαβάζεται κάπως αλλά νομίζω πως το ίδιο πράγμα εννοεί.Αν δεν αγαπήθηκες ποτέ...δεν μπορείς ή δεν ξέρεις ν'αγαπήσεις.

____

"...Deep into that darkness peering, long I stood there, wondering, fearing, doubting, dreaming dreams no mortal ever dared to dream before..."


eve
Editor

Κατάσταση:

Εγγραφή: Ιαν 2009

Καταχωρήσεις: 8449

"Η χρονική διάρκεια μιας ταινίας δεν μπορεί να ξεπερνάει την αντοχή της ουροδόχου κύστης του ανθρώπου".

Αlfred Ηitchcock. Αγγλος σκηνοθέτης.

Laughing out loud Laughing out loud

____

"Οι άνθρωποι που δεν συμπαθούν τις γάτες, στην προηγούμενη ζωή τους, μάλλον ήταν ποντίκια"


marooned
Editor

Κατάσταση:

Εγγραφή: Ιαν 2009

Καταχωρήσεις: 9028

Για να αποφύγεις την κριτική, μην κάνεις τίποτε, μη λες τίποτε, μην είσαι τίποτε.

Elbert Hubbard, 1856-1915, Αμερικανός συγγραφέας

____

"...Deep into that darkness peering, long I stood there, wondering, fearing, doubting, dreaming dreams no mortal ever dared to dream before..."


eve
Editor

Κατάσταση:

Εγγραφή: Ιαν 2009

Καταχωρήσεις: 8449

"Πού είναι η γνώση που χάσαμε μέσα στις πληροφορίες?"

T.S Eliot. Αγγλος ποιητής.

Αγαπημένε μου, Love είναι μέσα στις μικρές σχισμές των πληκτρολογίων μας.

____

"Οι άνθρωποι που δεν συμπαθούν τις γάτες, στην προηγούμενη ζωή τους, μάλλον ήταν ποντίκια"


eve
Editor

Κατάσταση:

Εγγραφή: Ιαν 2009

Καταχωρήσεις: 8449

"Οι αλήθειες ξεκινούν ως αιρέσεις και τελείωνουν ως προκαταλήψεις".

Κάπου το διάβασα, δεν θυμάμαι ποιός το είπε, αλλά είναι υπέροχο.

____

"Οι άνθρωποι που δεν συμπαθούν τις γάτες, στην προηγούμενη ζωή τους, μάλλον ήταν ποντίκια"


marooned
Editor

Κατάσταση:

Εγγραφή: Ιαν 2009

Καταχωρήσεις: 9028

eve wrote:
"Οι αλήθειες ξεκινούν ως αιρέσεις και τελείωνουν ως προκαταλήψεις".

Κάπου το διάβασα, δεν θυμάμαι ποιός το είπε, αλλά είναι υπέροχο.

Aldοus Huxley, 1894-1963, Άγγλος Συγγραφέας. Smile

____

"...Deep into that darkness peering, long I stood there, wondering, fearing, doubting, dreaming dreams no mortal ever dared to dream before..."


eve
Editor

Κατάσταση:

Εγγραφή: Ιαν 2009

Καταχωρήσεις: 8449

"O κ. Κ αντάμωσε κάποιον που είχε να τον δεί πολύ καιρό. Μα εσείς δεν αλλάξατε καθόλου, του είπε ο άλλος καθώς τον χαιρετούσε. Ωχ έκανε ο κ. Κ και χλώμιασε".

Ιστορίες του κυρίου Κόινερ του Μπέρτολτ Μπρέχτ.

____

"Οι άνθρωποι που δεν συμπαθούν τις γάτες, στην προηγούμενη ζωή τους, μάλλον ήταν ποντίκια"


marooned
Editor

Κατάσταση:

Εγγραφή: Ιαν 2009

Καταχωρήσεις: 9028

Η τεμπελιά είναι ένα μυστικό συστατικό που υπάρχει μέσα στην αποτυχία. Αλλά κρατιέται μυστικό μόνο από αυτόν που απέτυχε.

Robert Half, 1918-, Αμερικανός επιχειρηματίας

____

"...Deep into that darkness peering, long I stood there, wondering, fearing, doubting, dreaming dreams no mortal ever dared to dream before..."


marooned
Editor

Κατάσταση:

Εγγραφή: Ιαν 2009

Καταχωρήσεις: 9028

Αυτός που περιμένει πολύ, δεν πρέπει να περιμένει πολλά.

Gabriel Garcia Marquez, 1927-, Κολομβιανός συγγραφέας

Spoiler: Highlight to view
σωστός

____

"...Deep into that darkness peering, long I stood there, wondering, fearing, doubting, dreaming dreams no mortal ever dared to dream before..."


eve
Editor

Κατάσταση:

Εγγραφή: Ιαν 2009

Καταχωρήσεις: 8449

"Βαρετός είναι κάποιος που όταν τον ρωτάς τι κάνει, σου λέει".

Bert Leston Taylor. Αμερικανός ποιητής.

Λοιπόν αγαπητέ Μπέρτ, Μπέρτ τι όνομα είναι αυτο! σήμερα, ξύυυυυυπνησα, ήπια καφέεεεε, έφαγα ένα τόοοοοστ, πήγα για μπάααανιο, μετά θα πάω βόοοοολτα, θα πάρω μια ωραίααααα γρανίτααααα να πιώωωω και μετά θα το βράδυ θα ρίξω τις τούφεεεεες μου. (θα κοιμηθώ δηλαδή) Big smile

____

"Οι άνθρωποι που δεν συμπαθούν τις γάτες, στην προηγούμενη ζωή τους, μάλλον ήταν ποντίκια"


marooned
Editor

Κατάσταση:

Εγγραφή: Ιαν 2009

Καταχωρήσεις: 9028

Κείνο που σου προσάπτουνε τα χελιδόνια είναι η άνοιξη που δεν έφερες.

Οδυσσέας Ελύτης.

____

"...Deep into that darkness peering, long I stood there, wondering, fearing, doubting, dreaming dreams no mortal ever dared to dream before..."


eve
Editor

Κατάσταση:

Εγγραφή: Ιαν 2009

Καταχωρήσεις: 8449

"Κωμικό είναι η κατανόηση του αντιφατικού. Χιούμορ είναι η υποψία γι’ αυτό".

Ουμπέρτο Εκο. Ιταλός συγγραφέας.

Ρε συ Εκο, με μπερδεύεις τώρα! Stare

____

"Οι άνθρωποι που δεν συμπαθούν τις γάτες, στην προηγούμενη ζωή τους, μάλλον ήταν ποντίκια"


marooned
Editor

Κατάσταση:

Εγγραφή: Ιαν 2009

Καταχωρήσεις: 9028

Είκοσι χρόνια από τώρα θα είσαι πιο απογοητευμένος για τα πράγματα που δεν έκανες παρά για τα πράγματα που έκανες. Γι’ αυτό, λύσε τους κάβους. Σαλπάρισε μακριά από το σίγουρο λιμάνι. Εξερεύνησε, ονειρέψου, ανακάλυψε.

Mark Twain

____

"...Deep into that darkness peering, long I stood there, wondering, fearing, doubting, dreaming dreams no mortal ever dared to dream before..."


eve
Editor

Κατάσταση:

Εγγραφή: Ιαν 2009

Καταχωρήσεις: 8449

"Εν πάση περιπτώσει, τι είναι η υψοφοβία, αν όχι η ασυνείδητη επιθυμία να πηδήξεις".

Richard Powers. Αμερικανός συγγραφέας επιστημονικής φαντασίας.

Δηλαδή τι μου λές? πως εγώ ασυνείδητα θέλω να χαιδέψω τις κατσαρίδες? Crying

____

"Οι άνθρωποι που δεν συμπαθούν τις γάτες, στην προηγούμενη ζωή τους, μάλλον ήταν ποντίκια"


eve
Editor

Κατάσταση:

Εγγραφή: Ιαν 2009

Καταχωρήσεις: 8449

"Ο χρόνος είναι η τίγρη που με καταβροχθίζει, αλλά εγώ είμαι η τίγρη". Stare

Jorge Luis Borges. Aργεντινός συγγραφέας.

Τι? να βάλω και άλλο αλάτι?

____

"Οι άνθρωποι που δεν συμπαθούν τις γάτες, στην προηγούμενη ζωή τους, μάλλον ήταν ποντίκια"


marooned
Editor

Κατάσταση:

Εγγραφή: Ιαν 2009

Καταχωρήσεις: 9028

«Οι γνώμες δεν μπορούν να επιζήσουν, αν δεν βρεθούν εκείνοι που θα πολεμήσουν γι' αυτές.»

Τόμας Μαν

____

"...Deep into that darkness peering, long I stood there, wondering, fearing, doubting, dreaming dreams no mortal ever dared to dream before..."


eve
Editor

Κατάσταση:

Εγγραφή: Ιαν 2009

Καταχωρήσεις: 8449

"Ποίηση είναι ένας αντίλαλος που ζητάει από μια σκιά να χορέψουν". Stare

"Έχω γράψει ποίηση που δεν καταλαβαίνω ούτε εγώ ο ίδιος".

Εμ, πέστο μου ρε άνθρωπε γιατί ήμουν έτοιμη, να σε κράξω. Big smile

Καρλ Σάντμπεργκ. Αμερικανός ποιητής.

____

"Οι άνθρωποι που δεν συμπαθούν τις γάτες, στην προηγούμενη ζωή τους, μάλλον ήταν ποντίκια"


marooned
Editor

Κατάσταση:

Εγγραφή: Ιαν 2009

Καταχωρήσεις: 9028

Κάθε αλήθεια περνάει από τρία στάδια. Πρώτα γελοιοποιείται. Μετά βρίσκει σφοδρή αντίθεση. Και στο τέλος θεωρείται αυτονόητη.

Άρθουρ Σοπενχάουερ

____

"...Deep into that darkness peering, long I stood there, wondering, fearing, doubting, dreaming dreams no mortal ever dared to dream before..."


back to top